σηματοδοτώ
| Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια, ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. |
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- σηματοδοτώ < σηματο- + -δοτώ (< δίδω)
Ρήμα
σηματοδοτώ
- τοποθετώ σηματοδότες για την ρύθμιση της κυκλοφορίας των οχημάτων, πεζών, τρένων
- μεταδίδω σήματα
- (μτφ) φανερώνω οτι κάτι θα συμβεί
- Η πτώση του Χρηματιστηρίου Αξιών θα σηματοδοτήσει τις εξελίξεις στην οικονομία.
Μεταφράσεις
σηματοδοτώ
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.