ροδοζάχαρη
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ροδοζάχαρη < ροδο- + ζάχαρη
Ουσιαστικό
ροδοζάχαρη θηλυκό χωρίς πληθυντικό
- γλυκό του κουταλιού, το οποίο παρασκευάζεται με πέταλα τριαντάφυλλου βρασμένα σε διάλυμα ζάχαρης
Μεταφράσεις
ροδοζάχαρη
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.