πολιτογραφώ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

πολιτογραφώ < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα

πολιτογραφώ

  • εγγράφω κάποιον (ξένο) στον κατάλογο των πολιτών, δίνω σε κάποιον τα δικαιώματα του πολίτη

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.