περδικόστηθη
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
περδικόστηθη θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του περδικόστηθος
- ※ Περδικόστηθη Tσιγγάνα,
ω μαγεύτρα, που μιλείς
τα μεσάνυχτα προς τ' άστρα
γλώσσα προσταγής!- Κωστής Παλαμάς, Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου, Λόγος Γ΄ Αγάπη, 1η στροφή
- ※ Περδικόστηθη Tσιγγάνα,
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.