παρατίλλω
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- παρατίλλω < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
παρατίλλω
- αποσπώ, βγάζω τα μαλλιά
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Ἱππῆς, στίχ. 373
- τὰς βλεφαρίδας σου παρατιλῶ.
- Θα ξεπουπουλίσω τα ματοτσίνορά σου.
- Μετάφραση (2005): Ηλίας Σπυρόπουλος, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- τὰς βλεφαρίδας σου παρατιλῶ.
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Ἱππῆς, στίχ. 373
- (στη μέση φωνή) ξεριζώνω τα μαλλιά κάποιου, μαδώ τις τρίχες
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Πλοῦτος, στίχ. 168
- ὁ δ᾽ ἁλούς γε μοιχὸς διὰ σέ που παρατίλλεται.
- Και για σένα το μοιχό, που τον πιάνουνε στα πράσα, του μαδάνε τον πάτο, αν δεν πλερώσει.
- Μετάφραση (1956): Κώστας Βάρναλης, Αθήνα: Ι. Ν. Ζαχαρόπουλος @greek‑language.gr
- ὁ δ᾽ ἁλούς γε μοιχὸς διὰ σέ που παρατίλλεται.
- ※ 2ος/3ος κε αιώνας ⌘ Αθήναιος ο Ναυκρατίτης, Δειπνοσοφισταί, 4.60, @scaife.perseus.
- οὐδὲ μύρον εἶχον, ἀλλὰ νῦν· καὶ βάψομαι | καὶ παρατιλοῦμαι νὴ Δία καὶ γενήσομαι | Κτήσιππος,
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Πλοῦτος, στίχ. 168
Κλίση
- → λείπει η κλίση
Πηγές
- παρατίλλω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- παρατίλλω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.