ξεπετιέμαι
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
ξεπετιέμαι
<
ξεπετιοῦμαι
Ρήμα
ξεπετιέμαι
και
ξεπετάγομαι
πετάγομαι
ξαφνικά εκεί που δεν με περιμένουν ή χωρίς να αντιληφθούν ότι έχω πλησιάσει
τινάζομαι απότομα όρθιος
παρεμβαίνω
ανάρμοστα
,
πετάγομαι
και εκφέρω γνώμη εκεί που δεν μου την ζητούν αλλά και όπου δεν έχω αρμοδιότητα
Μεταφράσεις
ξεπετιέμαι
εσπεράντο
:
impeti
(eo)
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.