ξαναρίχνω

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ξαναρίχνω < ξανά + ρίχνω

Ρήμα

ξαναρίχνω

ξαναρίξε μια ματιά αν θέλεις στην εργασία μου, έχω κάνει μερικές διορθώσεις
πέτυχε εξάρες και ξανάριξε τα ζάρια

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.