νεομπαρόκ

Νέα ελληνικά (el)

κτίριο τεχνοτροπίας νεομπαρόκ στην Μπιέλσκο-Μπιάουα της Πολωνίας

Ετυμολογία

νεομπαρόκ < νεο- + μπαρόκ

Προφορά

ΔΦΑ : /ne.o.baˈɾok/

Ουσιαστικό

νεομπαρόκ ουδέτερο άκλιτο

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.