μπαϊραχτάρηδες

Ελληνικά (el)

Κλιτή μορφή ουσιαστικού

μπαϊραχτάρηδες

  1. μπαϊραχτάρης, στην ονομαστική του πληθυντικού
  2. μπαϊραχτάρης, στην αιτιατική του πληθυντικού
  3. μπαϊραχτάρης, στην κλητική του πληθυντικού
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.