μπαλαντέρ
Νέα ελληνικά (el)
Ουσιαστικό
μπαλαντέρ ουδέτερο άκλιτο
- τραπουλόχαρτο που χρησιμοποιείται στη θέση οποιοδήποτε άλλου, έχοντας την ικανότητα να τα υποκαθιστά
- (πληροφορική) (ανεπίσημο) το σύμβολο υποκατάστασης
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.
