μαγνησίτης

Νέα ελληνικά (el)

Μαγνησίτης

Ετυμολογία

μαγνησίτης < μαγνήσιο + -ίτης  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα

μαγνησίτης αρσενικό ή λευκόλιθος

  • ανθρακικό ορυκτό του μαγνησίου

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.