μήλο του Αδάμ

Νέα ελληνικά (el)

μήλο του Αδάμ

Ετυμολογία

μήλο του Αδάμ <  δείτε τις λέξεις μήλο και Αδάμ

Πολυλεκτικός όρος

μήλο του Αδάμ

  1. (ανατομία) (λαϊκότροπο): δημώδης ονομασία της επιμήκους γωνιώδους προεξοχής του θυρεοειδούς χόνδρου στο λαιμό των ανδρών.
    κατά την λαϊκή δοξασία όταν ο Αδάμ δοκίμασε τον παράνομο "καρπό της γνώσεως" και άκουσε στη συνέχεια τον Θεο να τον καλεί η μπουκιά εκείνη κάθισε στο λαιμό του Αδάμ, από τότε όλοι οι άνδρες φέρουν χαρακτηριστικά το μήλο του Αδάμ.

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.