λογότυπος

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

λογότυπος < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική logotype

Ουσιαστικό

λογότυπος αρσενικό και λογότυπο ουδέτερο

 δείτε τη λέξη λογότυπο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.