λέω το ψωμί ψωμάκι

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

λέω το ψωμί ψωμάκι <  δείτε τις λέξεις λέω, ψωμί και ψωμάκι

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈle.o to‿psoˈmi psoˈma.ci/

Έκφραση

λέω το ψωμί ψωμάκι

  • βρίσκομαι σε κατάσταση φτώχειας και ένδειας, στερούμαι βασικά καταναλωτικά αγαθά
      Θύματα του πολέμου οι καταναλωτές, αφού συχνά ο πόλεμος γινόταν θερμός. Οι φούρνοι έκλειναν σε ένδειξη διαμαρτυρίας και ο αρμόδιος υπουργός καλείτο να ορίσει τη δίκαιη τιμή του ψωμιού. Η κοινωνία αναστατωνόταν κι ένα οικονομικό πρόβλημα γινόταν πολιτικός πονοκέφαλος. «Θα πούμε το ψωμί, ψωμάκι», έγραφαν συνήθως οι εφημερίδες και συνηθέστερα αυξήσεις φωτιά ενέκρινε η κυβέρνηση.
    Πάσχος Μανδραβέλης, Η διατίμηση των κομίστρων, Η Καθημερινή, 13 Μαΐου 2008

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.