κοσμοπλάστης

Νέα ελληνικά (el)

λείπει η κλίση

Ετυμολογία

κοσμοπλάστης < κοσμο- + πλάστης

Ουσιαστικό

κοσμοπλάστης αρσενικό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.