κλάνω πατάτες

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

κλάνω πατάτες <  δείτε τις λέξεις κλάνω και πατάτες, πληθυντικός του πατάτα

Έκφραση

κλάνω πατάτες

  • (χυδαίο, ανεπίσημο) συνώνυμο του κλάνω μέντες
      Ηχογραφημένο wake-up call γνωστού ξενοδοχείου στην Λευκωσία: "Ήρτεν η ώρα σας" Έκλασα πατάτες από τον φόβο, πρωινιάτικα :-) ()
      ήταν υπέρ της αναθεώρησης του συντάγματος αλλά μόλις είδε τις αντιδράσεις έκλασε πατάτες και έκανε πίσω μη χάσει τους ψηφοφόρους ()

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.