κβαντική χρωμοδυναμική
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- κβαντική χρωμοδυναμική < → δείτε τις λέξεις κβαντικός και χρωμοδυναμικός, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική quantum chromodynamics [QCD]
Πολυλεκτικός όρος
κβαντική χρωμοδυναμική θηλυκό
- (φυσική) θεωρία που μελετάει την ισχυρή πυρηνική δύναμη, των κουαρκ, η μελέτη των χρωμοδυναμικών αλληλεπιδράσεων της κβαντομηχανικής
Συνώνυμα
- κβαντοχρωμοδυναμική
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.