ισόθερμο

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

ισόθερμο

  1. αιτιατική ενικού του ισόθερμος
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του ισόθερμος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.