ιερατικών
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
ιερατικών
- γενική πληθυντικού του ιερατικός
- γενική πληθυντικού του ιερατική
- γενική πληθυντικού του ιερατικό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.