ζέπελιν
Νέα ελληνικά (el)

Το ζέπελιν Λος Άντζελες πάνω από το Μανχάταν το 1930
Ετυμολογία
- ζέπελιν < (άμεσο δάνειο) γερμανική Zeppelin < Ferdinand von Zeppelin (ανθρωπωνύμιο)
Ουσιαστικό
ζέπελιν ουδέτερο άκλιτο
- μεγάλο πηδαλιουχούμενο αερόπλοιο με μεταλλικό σκελετό, κατασκευασμένο στη Γερμανία κατά τα έτη 1900 έως 1937
- Στις 6 Μαΐου 1937, ύστερα από μόλις 14 μήνες υπηρεσίας, το ζέπελιν τυλίχθηκε στις φλόγες στον αέρα καθώς, ερχόμενο από τη Φραγκφούρτη, ετοιμαζόταν να προσγειωθεί στη βάση του Λέικχερστ, στο Νιου Τζέρσεϊ. (*)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.