εύφορη ημισέληνος

Νέα ελληνικά (el)

Η εύφορη ημισέληνος.

Ετυμολογία

εύφορη ημισέληνος < εύφορη + ημισέληνος ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική fertile crescent)

Πολυλεκτικός όρος

εύφορη ημισέληνος θηλυκό

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.