ευτυχισμένα
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ευτυχισμένα < ευτυχισμένος
Σημειώσεις
Εϊναι συχνότερη η χρήση του επιθέτου αντί του επιρρήματος. Πχ "οι δυο τους έζησαν ευτυχισμένοι" αντί του "οι δυο τους έζησαν ευτυχισμένα"
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.