ευαίσθητο

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

ευαίσθητο

  1. αιτιατική ενικού του ευαίσθητος
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του ευαίσθητος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.