εστερικών
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
εστερικών
- γενική πληθυντικού του εστερικός
- γενική πληθυντικού του εστερική
- γενική πληθυντικού του εστερικό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.