επιστημονική φαντασία

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

επιστημονική φαντασία <  δείτε τις λέξεις επιστημονικός και φαντασία μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική science fiction

Πολυλεκτικός όρος

επιστημονική φαντασία θηλυκό

  • (λογοτεχνία) λογοτεχνικό είδος που ασχολείται με μελλοντικά ή φανταστικά σενάρια στα οποία παίζει ρόλο τεχνολογία (υπαρκτή ή φανταστική)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.