εξωσωματική

Νέα ελληνικά (el)

Ουσιαστικό

εξωσωματική θηλυκό

έχει ήδη κάνει τρεις εξωσωματικές χωρίς αποτέλεσμα, αλλά δεν το βάζει κάτω

Κλιτικός τύπος επιθέτου

εξωσωματική

Ομώνυμα / Ομόηχα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.