εγκεφαλονωτιαίοι

Ελληνικά (el)

Κλιτή μορφή επιθέτου

εγκεφαλονωτιαίοι

  1. εγκεφαλονωτιαίος, στην ονομαστική του πληθυντικού
  2. εγκεφαλονωτιαίος, στην κλητική του πληθυντικού
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.