διοικητικό συμβούλιο

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

διοικητικό συμβούλιο <  δείτε τις λέξεις διοικητικός και συμβούλιο

Πολυλεκτικός όρος

διοικητικό συμβούλιο

  • ομάδα προσώπων που εκλέγονται από τους μετόχους μιας εταιρίας για να αναλάβουν την διαχείρισή της
    συντομογραφία: ΔΣ

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.