διεκπεραιωτικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
διεκπεραιωτικά
<
διεκπεραιωτικός
+
-ά
Επίρρημα
διεκπεραιωτικά
με
διεκπεραιωτικό
τρόπο
Μεταφράσεις
διεκπεραιωτικά
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.