βασεόφιλα

[[Κατηγορία:Σελίδες που χρειάζονται προσοχή (Πρότυπο:δεν περιέχει ορισμό για το «βασεόφιλα» μόνο του... θα έπρεπε;)]]

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

βασεόφιλα < αγγλική basophil < βάση + φιλώ

Ουσιαστικό

βασεόφιλα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά

βασεοφιλία

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.