αφήνω σέκο

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αφήνω σέκο <  δείτε τις λέξεις αφήνω και σέκος

Προφορά

ΔΦΑ : /aˈfi.no ˈse.ko/

Έκφραση

αφήνω σέκο

  • μένω σέκος (εγώ)
  • πέφτω σέκος

Συνώνυμα

  • αφήνω τέζα (κάποιον)
  • αφήνω ξερό (κάποιον)

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.