ασχημούτσικων

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

ασχημούτσικων

  1. γενική πληθυντικού του ασχημούτσικος
  2. γενική πληθυντικού του ασχημούτσικη
  3. γενική πληθυντικού του ασχημούτσικο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.