αστεροειδώς

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

< αστέρι + -ειδώς.

Επίρρημα

αστεροειδώς

  • σε μορφή αστεριού, σε ακτινωτή διάταξη
Σ' ένα μικρό δίκτυο υπολογιστών συνήθως υπάρχει ένας κεντρικός εξυπηρετητής (server) και με αυτόν συνδέονται αστεροειδώς οι υπόλοιποι υπολογιστές του δικτύου (star network).

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.