ανοσοϊστοχημικού
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
ανοσοϊστοχημικού
- γενική ενικού του ανοσοϊστοχημικός
- γενική ενικού, ουδέτερου γένους του ανοσοϊστοχημικός
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.