ανεξάρτητο

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

ανεξάρτητο

  1. αιτιατική ενικού του ανεξάρτητος
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του ανεξάρτητος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.