ανδρικό μόριο

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ανδρικό μόριο < ανδρικό και μόριο  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Έκφραση

ανδρικό μόριο

  • (ευφημισμός) το πέος
      Ακόμη μεγαλύτερης σημασίας όμως γεγονός ώς πρός τήν « εθνική συνοχή » της Ελλάδος ως κράτους είναι κάτι άλλο : Η Έλλάδα είναι το μόνο κράτος στόν κόσμο που δεν έχει λέξη στήν « εθνική » καθομιλουμένη γλώσσα για το ανδρικό μόριο . (Γεράσιμος Κακλάμάνης, Το «Ανατολικόν ζήτημα» σήμερα, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 1998, σελ. 255)
      Οι επίκοινες ονομασίες των μορίων είναι κυρίως ευφημισμοί: αιδοία, αιδώς, απόκρυφα, άρθρα, μόρια, φύσις. Συνήθεις μεταφορές ... Για το ανδρικό μόριο κοινολεκτούμενα είναι η σάθη και η πόσθη, και (τα φορτικότερα) πέος, κωλή και ψωλή (-ός). (Αναστάσιος-Φοίβος Χριστίδης, Ιστορία της ελληνικής γλώσσας: από τις αρχές έως την Ύστερη Αρχαιότητα, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, 2001, σελ. 1032)

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.