ανακατανεμημένος τομέας

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ανακατανεμημένος τομέας <  δείτε τις λέξεις ανακατανεμημένος και τομέας, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική reallocated sector

Πολυλεκτικός όρος

ανακατανεμημένος τομέας

  • (πληροφορική, για σκληρό δίσκο) ο τομέας (sector) που έχει ακυρωθεί διότι παρουσίασε προβλήματα (αστοχία) ανάγνωσης/εγγραφής και τα περιεχόμενά του έχουν μεταφερθεί σε άλλον τομέα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.