άγουστων
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
άγουστων
- γενική πληθυντικού του άγουστος
- γενική πληθυντικού του άγουστη
- γενική πληθυντικού του άγουστο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.