άγουστων

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

άγουστων

  1. γενική πληθυντικού του άγουστος
  2. γενική πληθυντικού του άγουστη
  3. γενική πληθυντικού του άγουστο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.