Χονολουλού

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Χονολουλού < (άμεσο δάνειο) αγγλική Honolulu < χαβανέζικη Honolulu < hono (κόλπος) + lulu (καταφύγιο)

Κύριο όνομα

Χονολουλού θηλυκό άκλιτο

  • πόλη των ΗΠΑ, πρωτεύουσα της πολιτείας Χαβάη και της ομώνυμης νήσου.

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.