Πτολεμαῖος

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

Πτολεμαῖος < πτολεμίζω

Κύριο όνομα

Πτολεμαῖος αρσενικό
  1. ανδρικό όνομα
  2. ελληνικό βασιλικό γένος της Αιγύπτου
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.