Πεντάγωνο

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Πεντάγωνο < πεντάγωνο

Κύριο όνομα

Πεντάγωνο ουδέτερο

  1. το κτήριο του υπουργείου άμυνας των ΗΠΑ
  2. (μετωνυμία) το ίδιο το υπουργείο άμυνας των ΗΠΑ

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.