Μυρτοῦς
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία 1
- Μυρτοῦς < → λείπει η ετυμολογία
Ετυμολογία 2
- Μυρτοῦς: κλιτικός τύπος
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
Μυρτοῦς θηλυκό
- (ελληνιστική κοινή) γενική ενικού του Μυρτώ (με παράθεμα για τον τύπο)
Πηγές
- Μυρτοῦς - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.