tulp
Αφρικάανς
(af)
Ουσιαστικό
tulp
(af)
τουλίπα
Εσθονικά
(et)
Ουσιαστικό
tulp
(et)
τουλίπα
Ινδονησιακά
(id)
Ουσιαστικό
tulp
(id)
τουλίπα
Ολλανδικά
(nl)
Προφορά
ⓘ
Ουσιαστικό
tulp
(nl)
τουλίπα
Δυτικά φριζικά
(fy)
Ουσιαστικό
tulp
(fy)
τουλίπα
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.