sleight of hand

Αγγλικά (en)
Πολυλεκτικό 
Ουσιαστικό
- ταχυδακτυλουργικό, ταχυδακτυλουργία
- ταχυδακτυλουργική κλεψιά
- ταχυδακτυλουργική κλεψιά στα χαρτιά
- (μεταφορικά) κόλπο, τρικ, τέχνασμα, εντυπωσιακή ενέργεια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.