ransomware
Αγγλικά (en)
Ετυμολογία
- ransomware < ransom + -ware
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈrans(ə)mwɛː/
Ουσιαστικό
ransomware (en)
- (νεολογισμός, πληροφορική) λυτρισμικό, ένας τύπος κακόβουλου λογισμικού σχεδιασμένου να μπλοκάρει την πρόσβαση σε υπολογιστικό σύστημα έως ότου καταβληθεί χρηματικό ποσό [1][2]
Υπερώνυμα
Υπώνυμα
- cryptovirus
-
ransomware στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές
- Άγγελος Κυρίτσης, Τι διαφορά έχει ένας ιός υπολογιστή, ένα trojan, ένα spyware και τα υπόλοιπα malware?, από pcsteps.gr. Δημοσίευση 2013-11-05. Αρχειοθέτηση 2017-07-16. Προσπέλαση 2020-08-21.
- Γαστουνιώτης Χρήστος, Ransomware: Γιατί ο νέος τύπος malware είναι επικίνδυνος και πως να προστατευτείτε, από pcsteps.gr. Δημοσίευση 2013-10-25. Αρχειοθέτηση 2019-08-31. Προσπέλαση 2020-08-21.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.