nee
Αγγλικά (en)
Επίρρημα
nee (en)
- χρησιμοποιείται για να δείξει το όνομα το οποίο είχε όταν γεννήθηκε κάποιος· το πατρικό επώνυμο ή το αρχικό όνομα που του είχε δοθεί αν το έχει αλλάξει
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.