illustres
Γαλλικά
(fr)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
illustres
(fr)
πληθυντικός αριθμός
,
αρσενικού
ή
θηλυκού
γένους
του
illustre
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
illustres
(fr)
κοινό
πληθυντικός αριθμός
του
illustre
Ρηματικός τύπος
illustres
(fr)
β΄
πρόσωπο
ενικού
οριστικής
ενεστώτα
του
illustrer
β΄
πρόσωπο
ενικού
υποτακτικής
ενεστώτα
του
illustrer
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.