ground truth
Αγγλικά (en)
Σύνθετο
Ουσιαστικό
ground truth (en)
- αλήθεια βασισμένη σε δεδομένα και όχι ως αποτέλεσμα συμπεράσματος
- αληθές βάση δεδομένων και όχι συμπερασματολογικά
-
ground truth στην αγγλική Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.