greater than or equal

Αγγλικά (en)

Πολυλεκτικός όρος

greater than or equal (en)

  1. (μαθηματικά) το σύμβολο «» ή «» ή «», το οποίο στη γραφή: , σημαίνει ότι το είναι μεγαλύτερο ή ίσο του
    αντώνυμα: ,
  2. (προγραμματισμός) ο τελεστής σύγκρισης «>=», που όταν ικανοποιείται επιστρέφει τιμή «αληθής» και αν όχι τιμή «ψευδής»
    αντώνυμα: «<=» (less than or equal)

Αντώνυμα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.