ford
Αγγλικά
(en)
Ουσιαστικό
ford
(en)
πέρασμα
ποταμού, σημείο στο οποίο είναι δυνατή η διάβαση ποταμού από πεζούς ή οχήματα, χωρίς να είναι αναγκαία η ύπαρξη γέφυρας
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.